- ιεροδικείο
- το1. μωαμεθανικό δικαστήριο που δικάζει με βάση τον ιερό νόμο.2. μεσαιωνικό δικαστήριο της καθολικής Eκκλησίας για τους αιρετικούς.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.